Ετυμολογία

arbre < Πρότυπο:ετυμ la arbor

  Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

  Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
arbre arbres

arbre (fr) αρσενικό

  1. Πρότυπο:βοτ το δένδρο

Συγγενικά

Σύνθετα



  Ουσιαστικό

πτώση ενικός πληθυντικός
cas sujet arbre arbre
cas régime arbre arbres

arbre αρσενικό

  1. το δέντρο