pila

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 20:02, 1 Μαρτίου 2017 από τον UT-interwiki-Bot (συζήτηση | συνεισφορές) (Ρομπότ: Προσθήκη: eo:pila)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

pila (es)



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

pila (la) ουδέτερο



Ετυμολογία

pila < πρωτοσλαβική λέξη pila

Ουσιαστικό

pila (hr) θηλυκό

  1. το πριόνι



Ετυμολογία

pila < πρωτοσλαβική λέξη pila

Ουσιαστικό

pila (cs) θηλυκό

  1. το πριόνι



Ουσιαστικό

pila (fi)