fer

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 14:24, 20 Ιανουαρίου 2014 από τον Luckas-bot (συζήτηση | συνεισφορές) (r2.7.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: za:fer)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
fer fers

fer (fr) αρσενικό



Ρήμα

fer (ca)

  1. κάνω, φτιάχνω, ετοιμάζω



Ουσιαστικό

fer (gv)