Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κριτική ψυχολογία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η κριτική ψυχολογία είναι ενας προσφατα αναδυώμενος κλάδος της ψυχολογίας[1] που θέτει υπό κριτική ανάλυση και αμφισβίτηση τις μεθόδους και παραδοχές της παραδοσιακής ψυχολογίας [2]. Ως παραδοσιακή ψυχολογία ορίζεται η προσέγγιση αυτή της ακαδημαικής ψυχολογίας την οποία αποδέχεται και ασκεί η πλειονότητα των ψυχολογών και η οποία ορίζεται απο  επιστημολογικές και οντολογικές βάσεις ή αξιώσεις, τις οποιες αμφισβητουν εκπρόσωποι της μη-παραδοσιακής ψυχολογίας [3].

Η κριτική ψυχολογία σαν κλάδος χαρακτηρίζεται από ένα ευρύ και ανομοιογενές φάσμα κριτικών[2]. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει διαφορετικές αφετηρίες κριτικής (πολιτική κριτική, κοινωνική κριτική, μεθοδολογική κριτική, θεωρητική κριτική κλπ.), ομοιότητες αλλά και ουσιώδεις διαφορές. Έτσι λοιπόν ο όρος κριτική ψυχολογία είναι ένας όρος “ομπρέλα”[4] ο οποίος χαρακτηρίζει διαφορετικά ρεύματα κριτικών ενάντια στο status quo της παραδοσιακής ψυχολογίας.

Κοινό θέμα των κριτικων στην ψυχολογία είναι η αξιολόγηση των κοινωνικών επιπτώσεων των ψυχολογικών θεωριών και πρακτικών [5]. Δηλαδή πώς οι ψυχολογικές θεωρίες και πρακτικές αναπαράγουν και νομιμοποιούν ένα εκάστοτε κοινωνικό status quo το οποίο αδικεί συστηματικά συγκεκριμένες ομάδες ατόμων ως προς τις κοινωνικές ευκαιρίες και την πρόσβαση σε δημόσια αγαθά. Επομένως η Κριτική ψυχολογία είναι συνάμα και ένα κίνημα που προκαλεί τον ευρύτερο κλάδο της ψυχολογίας να στραφεί προς την χειραφέτηση και την κοινωνική δικαιοσύνη και εναντιώνεται στην χρήση της ψυχολογικής γνώσης με σκοπό την καταπίεση και την αδικία[6]. Η κριτική ψυχολογία είναι η συστηματική εξέταση του τρόπου με τον οποίο ορισμένες μορφές ψυχολογικής δράσης και εμπειρίας είναι προνομιούχες έναντι άλλων και πώς οι κυρίαρχες αναφορές της «ψυχολογίας» λειτουργούν ιδεολογικά και στην υπηρεσία μιας εκάστοτε εξουσίας[7].

Κεντρικά θέματα της κριτικής ψυχολογίας είναι η έννοιες της «καταπίεσης» και της «χειραφέτησης» [8]. Η κριτική ψυχολογία αντανακλάται όχι μόνο στη σύνδεση της κυρίαρχης ψυχολογίας με την εξουσία, αλλά και στην εργασία προς τη χειραφέτηση (ή την απελευθέρωση). Η καταπίεση αναφέρεται σε  μια κατάσταση ασύμμετρων σχέσεων εξουσίας που χαρακτηρίζεται από κυριαρχία, υποταγή και αντίσταση, όπου τα κυρίαρχα άτομα ή ομάδες ασκούν την εξουσία τους περιορίζοντας την πρόσβαση σε υλικούς πόρους και εμφυτεύοντας στα άτομα ή τις ομάδες που είναι υποδεέστερα, φόβο ή ευκαταφρόνητες απόψεις για τους εαυτους τους [9]. Η χειραφέτηση (ή η απελευθέρωση) αναφέρεται στις δυνατότητες δράσης των ατόμων εντός των κοινωνικών ανισοτήτων, αποδίδοντας δικαιοσύνη τόσο στον ατομικό όσο και στον κοινωνικό τομέα. [10].

Κριτικές στην ψυχολογία μπορούν να εντοπισθούν ήδη από τα τέλη του19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο ίδιος ο Βίλχελμ Βουντ, ο οποίος είναι ευρύτατα γνωστός για την θεμελίωση της πειραματικής ψυχολογίας το 1879, επιχείρησε να θεμελιώσει και ένα δεύτερο μοντέλο Ψυχολογίας, την Ψυχολογία των λαών (Völkerpsychologie) [11]. Η πρώτη αναφέρεται σε ένα μοντέλο "επιστημονικής" Ψυχολογίας" που μελετά το άτομο ενώ η δεύτερη σε ένα μοντέλο Ψυχολογίας που μελετά την κοινωνική διάσταση του ατόμου όπως την ιστορία, την κουλτούρα, την γλωσσα, τα ήθη και γενικά δίνει απαντήσεις που η πειραματική μορφή της ψυχολογίας και η προσκόληση "στο άτομο" δεν μπορεί να δώσει [12]. Έτσι λοιπόν, η θεμελίωση δυο ψυχολογιών είχε ως αποτέλεσμα οι εκάστοτε υποστηρικτές τους να ασκούν ταυτόχρονα κριτική στους υποστηρικτές της άλλης μορφής[5]. Η ψυχολογία λοιπόν απο την απαρχή της, περιλάμβανε μια πληθώρα κριτικών, ως απότοκο των διαφόρων θεωρητικών προγράμματων που θεμελίωναν της ψυχολογία ως επιστήμη (φιλοσοφική ψυχολογία, πειραματική-επιστημονική ψυχολογία, περιγραφική ψυχολογία κτλ.). Οι κριτικές στην ψυχολογία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ίδιας της ιστορίας της ψυχολογίας.

Ο όρος "Κριτική Ψυχολογία" εμφανίστηκε πρώτη φορά στις αρχές του 1970 στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, εν όψει πολιτικου αναβρασμού και διανοητικών κινητοποιήσεων του φοιτητικού κινήματος στα τέλη του 1960, με εξέχουσα μορφή τον Κλάους Χόλζκαμπ.

O Κλάους Χόλζκαμπ (1927-1995) ευρέως θεωρείται ο πατέρας της γερμανικής Κριτικής Ψυχολογίας. Εν όψει των φοιτητικών κινημάτων στα τέλη της δεκαετίας του 1960, τα οποία ασκησαν κριτική στις παραδοσιακές "μπουρζουά" κοινωνικές επιστήμες και τις κατέκριναν ως μια μέθοδο συστηματικής καταπίεσης των "απλών" ανθρώπων, σχηματίστηκε μια ομάδα φοιτητών στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου κάτω από την ηγεσία του Κλάους Χόλζκαμπ, με σκοπό την αναθεώρηση της (προβληματικής) θεωρίας και μεθοδολογίας της ψυχολογίας[13].

Ο Κλάους Χόλζκαμπ το 1988
  1. «Critical Psychology: Critical Links -- Radical Psychology, Vol. 1, Issue 1». www.radpsynet.org. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  2. 2,0 2,1 Dafermos, Manolis. Κριτική Ψυχολογία. https://www.academia.edu/102295234/%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%A8%CF%85%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1?email_work_card=reading-history. 
  3. Toomela, A. (2014). Mainstream Psychology. In: Teo, T. (eds) Encyclopedia of Critical Psychology. Springer, New York, NY. https://doi.org/10.1007/978-1-4614-5583-7_667
  4. Walkerdine, V. (2001). Challenging subjects: Critical psychology for a new millennium. The International Journal of Critical Psychology, 1, 9-15.
  5. 5,0 5,1 Marvakis, Athanasios. Κριτικές στην ψυχολογία - Κριτική Ψυχολογία. https://www.academia.edu/763107/%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82_%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CF%88%CF%85%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1_%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%A8%CF%85%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1?email_work_card=reading-history. 
  6. Austin, S., & Prilleltensky, I. (2001). Diverse origins, common aims: The challenge of critical psychology. Radical Psychology, 2(2).
  7. Parker, I. (2007). Critical psychology: What it is and what it is not. Social and Personality Psychology Compass, 1, 1-14.
  8. Austin, S., & Prilleltensky, I. (2001). Contemporary debates in critical psychology: Dialectics and syntheses. Australian Psychologist, 36(1), 75-80. https://doi.org/10.1080/00050060108259646
  9. Prilleltensky, I., & Gonick, L. (1996). Polities change, oppression remains: On the psychology and politics of oppression. Political Psychology, 17(1), 127–148. https://doi.org/10.2307/3791946
  10. Teo, T. (1998). Prolegomenon to a contemporary psychology of liberation. Theory and Psychology, 8, 527-547.
  11. Danziger, K. (1980). Wundt and the Two Traditions of Psychology. In: Rieber, R.W. (eds) Wilhelm Wundt and the Making of a Scientific Psychology. Path in Psychology. Springer, Boston, MA. https://doi.org/10.1007/978-1-4684-8340-6_2
  12. Danziger, K. (1983). Origins and basic principles of Wundt’s Völkerpsychologie. British Journal of Social Psychology, 22(4), 303–313. doi:10.1111/j.2044-8309.1983.tb00597.x
  13. Tolman, C. (1994). Psychology, Society and Subjectivity: An Introduction to German Critical Psychology (1st ed.). Routledge. https://doi.org/10.4324/9780203420942