πληροφορώ

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 00:54, 12 Νοεμβρίου 2022 από την Sarri.greek (συζήτηση | συνεισφορές) (pwb.py Συντήρηση - auto replace {ετυμ fr})
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πληροφορῶ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πληροφορώ < (ελληνιστική κοινήπληροφορέω / πληροφορῶ < αρχαία ελληνική πλήρης + φέρω (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική renseigner)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pli.ɾo.foˈɾo/

πληροφορώ (παθητική φωνή: πληροφορούμαι)

  • δίνω σε κάποιον στοιχεία ή γνώσεις για κάποιο θέμα

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]